- ραδιοχημεία
- Κλάδος της χημείας, που ασχολείται με τη μελέτη των ραδιενεργών ουσιών. Περιλαμβάνει τους περίπλοκους πυρηνικούς μετασχηματισμούς, τη μεταβολή ενός στοιχείου σε ένα άλλο, καθώς και τη φύση και τις ιδιότητες της ακτινοβολίας που εκπέμπεται. Η ρ. ασχολείται επίσης με τη χρήση της ακτινοβολίας αυτής στη χημική ανάλυση ιχνηθετών, για τις γεωλογικές και αρχαιολογικές έρευνες (χημική ραδιοχρονολόγηση) και για την έναρξη των αντιδράσεων πολυμερισμού.
* * *η, Ν(πυρην. χημ.) κλάδος τής πυρηνικής χημείας με αντικείμενο τη μελέτη τών φυσικών και χημικών ιδιοτήτων τών ραδιοστοιχείων, όπως και τών χημικών φαινομένων τα οποία συνοδεύουν τις ραδιενεργές διασπάσεις και τις πυρηνικές αντιδράσεις.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο συνθ., πρβλ. γαλλ. radiochimie (< λατ. radius «αντίνα» + χημεία)].
Dictionary of Greek. 2013.